Blog

εργασίαΣεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας. Τι πρέπει να γνωρίζεις;
  • Ελληνικά
  • English
  • Σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας. Τι πρέπει να γνωρίζεις;

    A. Τι θεωρείται σεξουαλική παρενόχληση;

    Σύμφωνα με την πληρέστερη στα χρονικά ανασκόπηση για τη βία κατά της γυναίκας σε Ευρωπαϊκό επίπεδο του 2014 η αντίληψη σχετικά με το τι συνιστά «σεξουαλική παρενόχληση» διαφέρει από άτομο σε άτομο. Οι αποκλίσεις στο υποκειμενικό νόημα που δίνεται στη συμπεριφορά αποτελεί επίσης αντανάκλαση των κυρίαρχων κοινωνικών και πολιτισμικών αξιών, κανόνων και αντιλήψεων σε σχέση με τους ρόλους των φύλων και την πρέπουσα αλληλεπίδραση μεταξύ των φύλων.[1]

    Κυπριακή Νομοθεσία 

    Ο περί Ίσης Μεταχείρισης Ανδρών και Γυναικών στην Απασχόληση και στην Επαγγελματική Εκπαίδευση Νόμος του 2002, Ν.205(Ι)/2002 (ο «Νόμος»), θεσπίστηκε για την εναρμόνιση της κυπριακής νομοθεσίας με το ευρωπαϊκό κοινοτικό δίκαιο(Οδηγίες 76/207/ΕΚ και 97/80/ΕΚ).

    Στη συνέχεια, ο νόμος τροποποιήθηκε για ορθότερη εναρμόνιση του με το Άρθρο 19 της Οδηγίας 2006/54/ΕΚ (για την εφαρμογή της αρχής των ίσων ευκαιριών και της ίσης μεταχείρισης ανδρών και γυναικών σε θέματα εργασίας και απασχόλησης).

    Σύμφωνα με το Νόμο:

    σεξουαλική παρενόχληση σημαίνει:
    “οποιαδήποτε ανεπιθύμητη από τον αποδέκτη της συμπεριφορά σεξουαλικής φύσεως, που εκφράζεται λόγω ή έργω και έχει ως σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας ενός προσώπου, ιδίως όταν δημιουργεί ένα εκφοβιστικό, εχθρικό, εξευτελιστικό, ταπεινωτικό ή επιθετικό περιβάλλον, κατά την απασχόληση ή την επαγγελματική εκπαίδευση ή κατάρτιση ή κατά την πρόσβαση σε απασχόληση ή επαγγελματική εκπαίδευση ή κατάρτιση”
    •  απαγορεύεται οποιαδήποτε πράξη, οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου, είτε μεμονωμένη είτε επαναλαμβανόμενη, η οποία συνιστά παρενόχληση ή σεξουαλική παρενόχληση ή αποτελεί άμεση ή έμμεση δυσμενή μεταχείριση λόγω της, με οποιονδήποτε τρόπο, αποκρούσεως ή καταγγελίας παρενόχλησης ή σεξουαλικής παρενόχλησης, σε σχέση με τα ρυθμιζόμενα στα άρθρα 7, 8, 9 και 10 θέματα.
    Τύποι σεξουαλικής παρενόχλησης

    Στον ακόλουθο σύνδεσμο (συγκεκριμένα στις σελίδες 5-7) μπορείτε να διαβάσετε ορισμένους τύπους σεξουαλικής παρενόχλησης  https://eige.europa.eu/docs/53_CY.pdf.

    B. Τι εννοούμε με τον όρο «ανεπιθύμητη συμπεριφορά»;

    Το κριτήριο κατά πόσο η συμπεριφορά είναι ανεπιθύμητη είναι υποκειμενικό, σημασία έχει το πώς η συμπεριφορά έχει εκληφθεί από τον/την αποδέκτη της.

    Είναι άσχετο το πως την αντιλήφθηκε το πρόσωπο με την ανεπιθύμητη συμπεριφορά ή ποια ήταν η πρόθεση του. 

    Άσχετο επίσης είναι το ότι η ίδια συμπεριφορά είναι αποδεκτή και όχι ανεπιθύμητη από άλλους εργοδοτούμενους ή ότι θεωρήθηκε στο παρελθόν ως αποδεκτό χαρακτηριστικό του εργασιακού περιβάλλοντος.

    Για να θεωρηθεί ανεπιθύμητη η συμπεριφορά αρκεί να εκδηλώνεται μονομερώς από το δράστη γεγονός που συντρέχει όχι μόνο όταν υπάρχει ρητή άρνηση συναίνεσης από το θιγόμενο πρόσωπο, αλλά και όταν επιβάλλεται κατ΄ εκμετάλλευση της ανοχής του άλλου μέρους.


    Στη Σύσταση 92/131/ΕΟΚ η οποία αναφέρθηκε και σε υπόθεση του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών τονίζεται ότι:

    «το ουσιώδες χαρακτηριστικό της σεξουαλικής παρενόχλησης είναι ότι αυτή είναι ανεπιθύμητη από το θιγόμενο άτομο, καθώς ανήκει σε κάθε άτομο η απόφαση να προσδιορίσει ποια συμπεριφορά είναι αποδεκτή για τον εαυτό του και ποια θεωρεί ως προσβλητική. Το σεξουαλικού χαρακτήρα ενδιαφέρον καθίσταται σεξουαλική παρενόχληση εφόσον συνεχίζεται, αφού έχει γίνει σαφές από το θιγόμενο πρόσωπο ότι θεωρείται προσβλητικό, αν και ένα μεμονωμένο κρούσμα παρενόχλησης μπορεί να αποτελεί κι αυτό σεξουαλική παρενόχληση εφόσον είναι αρκετά σοβαρό. Ο ανεπιθύμητος χαρακτήρας της συμπεριφοράς είναι αυτό που διακρίνει τη σεξουαλική παρενόχληση από τη φιλική συμπεριφορά, η οποία είναι ευπρόσδεκτή και αμοιβαία».

    Πιο συγκεκριμένα, ανεπιθύμητη είναι η συμπεριφορά την οποία το πρόσωπο που την έλαβε:

    • δεν ζήτησε∙
    • δεν επιδίωξε∙
    • δεν προκάλεσε ή∙
    • δεν συναίνεσε σε αυτήν και η οποία είναι προσβλητική για το πρόσωπο αυτό.

    Πρέπει να υπάρχουν ενδείξεις στη συμπεριφορά του αποδέκτη ή από το περιβάλλον του ότι η συμπεριφορά του δράστη ήταν πραγματικά ανεπιθύμητη.[3]


    Η σεξουαλική παρενόχληση και οποιαδήποτε λιγότερο ευνοϊκή μεταχείριση βασιζόμενη στην απόρριψη της σεξουαλικής παρενόχλησης ή στην υποταγή σε αυτήν, θεωρούνται ως πράξεις διάκρισης λόγω φύλου και ως τέτοιες αντιβαίνουν της αρχής της ίσης μεταχείρισης.[4]

    Για να θεωρείται μια συμπεριφορά σεξουαλική παρενόχληση εντός του πλαισίου του Ν.205(Ι)/2002 θα πρέπει να είναι:

    1. ανεπιθύμητη από τον αποδέκτη της

    2. σεξουαλικής φύσεως και∙

    3. τέτοιας μορφής, έντασης και φύσης που μπορεί να θεωρηθεί, λογικά, υπό τις περιστάσεις ότι θίγει την αξιοπρέπεια του ατόμου ιδίως όταν δημιουργεί ένα εκφοβιστικό, εχθρικό, εξευτελιστικό, ταπεινωτικό ή επιθετικό εργασιακό περιβάλλον για τον αποδέκτη της.[5]

    Στην Αγγλική υπόθεση Reed and Bull Information Systems Ltd v Stedman [1999] IRLR299 το Employment Appeal Tribunal στην απόφαση του σημείωσε ότι:

    “δεν είναι απαραίτητο για μια γυναίκα να δημιουργήσει αναστάτωση για να δείξει την αποδοκιμασία της και αν υπό τις περιστάσεις είναι λογικό να συναχθεί από τη συμπεριφορά της ότι απορρίπτει τη συμπεριφορά για την οποία έχει υποβάλει παράπονο, η συνέχιση αυτής της συμπεριφοράς από τον δράστη θεωρείται σεξουαλική παρενόχληση”.


    Θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η ιεραρχική σχέση του προσώπου που παρενοχλείται και του παρενοχλούντος (όταν η σεξουαλική παρενόχληση εκδηλώνεται από προϊστάμενο λόγω της υπηρεσιακής εξάρτησης ενέχει και το στοιχείο του εξαναγκασμού του υφιστάμενου σε ανοχή αυτής της συμπεριφοράς), οι εξηγήσεις του θύματος για ποιο λόγο δεν ενημέρωσε τον δράστη για το ανεπιθύμητο της συμπεριφοράς του (π.χ. για να μην θυματοποιηθεί, για να ενσωματωθεί στο εργασιακό περιβάλλον, για να αποφευχθεί οποιαδήποτε αντιπαράθεση).


    Συγκατάθεση η οποία εξασφαλίστηκε με απειλές ή υπό καθεστώς φόβου δεν είναι έγκυρη.

    Γ. Σεξουαλική παρενόχληση και φύλο

    Διευκρινίζεται ότι ο όρος σεξουαλική παρενόχληση είναι ξεχωριστή έννοια και καλύπτει περιπτώσεις όπου η συμπεριφορά είναι σεξουαλικής φύσεως ασχέτως του φύλου των εμπλεκομένων προσώπων και δεν είναι απαραίτητο για σκοπούς στοιχειοθέτησης της απαγορευμένης συμπεριφοράς το παραπονούμενο πρόσωπο να αποδείξει ότι η εν λόγω συμπεριφορά σχετιζόταν με το φύλο του.[6]


    Η ανεπιθύμητη συμπεριφορά για να θεωρηθεί ότι είναι σεξουαλικής φύσεως πρέπει να:(α) έχει ένα σεξουαλικό στοιχείο, τόνο ή υπαινιγμό και (β) να εκδηλωθεί με πράξειςήμε λόγια.

    Δ. Πρόσωπο που διενεργεί σεξουαλική παρενόχληση

    Με βάση τις διατάξεις του Νόμου απαγορεύεται:

    • να διενεργείται σεξουαλική παρενόχληση από τον εργοδότη ή τον προϊστάμενο ή οποιοδήποτε συνάδελφο του θύματος ή οποιοδήποτε άλλο εργαζόμενο και απαγορεύεται,
    • η θυματοποίηση του εργοδοτούμενου που καταγγέλλει ότι υπήρξε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης.

    Συγκεκριμένα (απαγορεύεται οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη είτε μεμονωμένη ή επαναλαμβανόμενη, η οποία:

    • λόγω απόκρουσης από το θύμα ή λόγω της υποβολής του καταγγελίας σεξουαλικής παρενόχλησης,
    • αποτελεί άμεση ή έμμεση δυσμενή μεταχείριση σε σχέση με τους όρους και συνθήκες απασχόλησης του καταγγέλων προσώπου. 

    Τέτοια καταγγελία δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί ως βάση για οποιαδήποτε απόφαση που θα θίγει το πρόσωπο που αποκρούει ή υποκύπτει σε σεξουαλική παρενόχληση το γεγονός ότι αποκρούει ή υποκύπτει σε τέτοια πράξη ή συμπεριφορά.

    E. Θυματοποίηση

    Συμπεριφορές που σχετίζονται με την απόρριψη ή την καταγγελία σεξουαλικής παρενόχλησης και μπορούν να θεωρηθούν ότι θυματοποιούν το θύμα συμπεριλαμβάνουν:

    • διάδοση κακοπροαίρετων φημών∙
    • προσβολές με λόγια ή συμπεριφορά∙
    • κοινωνικός αποκλεισμός∙
    • άδικη μεταχείριση∙
    • αδικαιολόγητες απειλές για απόλυση ή μετάθεση∙
    • άρνηση ευκαιρίας για προαγωγή ή για εκπαίδευση∙
    • ανάθεση εργασίας με λιγότερες ευθύνες∙
    • υποβάθμιση∙
    • εσκεμμένη ανάθεση υπερβολικής εργασίας∙
    • αδικαιολόγητη και συνεχής επίκριση για την απόδοση κατά την εκτέλεση εργασίας∙
    • αδικαιολόγητη εξάσκηση των δικαιωμάτων και εξουσιών του προϊσταμένου.[7]

    ΣΤ. Προστασία καταγγελθέντων

    Οι εργαζόμενοι οι οποίοι προβαίνουν σε καταγγελία ή διαμαρτυρία για παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης προστατεύονται από εκδικητικές ενέργειες εις βάρος τους όπως είναι:

    • η απόλυση ή,
    • οποιαδήποτε βλαπτική αλλαγή των συνθηκών απασχόλησης του/της συγκεκριμένου/ης εργαζόμενου/ης [8].

    Σε περίπτωση απολύσεως κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών, χωρίς να εξετάσει την καλή ή κακή πίστη του εργοδότη, διατάζει:

    • την επαναπρόσληψη του εργαζόμενου και
    • υποχρεώνει τον εργοδότη να αποδέχεται τις υπηρεσίες του, εφόσον ο εργαζόμενος το έχει ζητήσει ως θεραπεία [9].

    Ζ. Καταγγελία σε Αρχιεπιθεωρητή, Επιθεωρητές του Υπουργείου και στην Επίτροπο Διοίκησης

    Κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι θίγεται από παράβαση του Νόμου, δικαιούται προστασίας από τον Αρχιεπιθεωρητή και τους Επιθεωρητές στους οποίους μπορεί να υποβάλλει καταγγελία. [10]


    Ο Αρχιεπιθεωρητής και ο Επιθεωρητής σε περίπτωση τέτοιτας καταγγελίες ερευνούν αμέσως  με κάθε πρόσφορο τρόπο τα καταγγελλόμενα. Eπιχειρούν επίσης να διευθετηθεί η διαφορά.

    • Εάν επιτευχθεί η διευθέτηση της διαφοράς, συντάσσουν πρακτικό συμβιβασμού.Εάν όχι,
    • συντάσσεται πρακτικό, στο οποίο αναγράφει όλα όσα έπραξε και διεπίστωσε και το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί ενώπιον Δικαστηρίου. [11]

    Επίσης κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι θίγεται από παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δικαιούται, ακόμα και εάν έληξε η σχέση στο πλαίσιο της οποίας θεωρείται ότι σημειώθηκε η διάκριση, να υποβάλλει σχετικό παράπονο στην Επίτροπο Διοίκησης[12].

    Έχεις δικαίωμα να υποβάλεις παράπονο σε όλους τους πιο πάνω;

    Δικαιούσαι να υποβάλεις παράπονο και στον Αρχιεπιθεωρητή και στην Επίτροπο Διοίκησης. Ο Αρχιεπιθεωρητής δεν δικαιούται να μην εξετάσει παράπονο σου για το λόγο ότι υπέβαλες παράπονο και στην Επίτροπο Διοικήσεως. [13]

    Η. Δικαστική διαδικασία

    Το αρμόδιο δικαστήριο για την εκδίκαση των εργατικών διαφορών και των διαφορών ιδιωτικού δικαίου που προκύπτουν με αφορμή την εφαρμογή του Νόμου, έχει το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών.

    Σύμφωνα με το Νόμο κάθε πρόσωπο που θεωρεί ότι θίγεται από παράβαση του Νόμου δικαιούται να διεκδικεί τα δικαιώματά του ενώπιον αρμόδιου δικαστηρίου, ακόμα και εάν έληξε η σχέση στο πλαίσιο της οποίας θεωρείται ότι σημειώθηκε η διάκριση.

    Θ. Εκπροσώπηση από οργανισμό

    Πρόσωπο το οποίο έχει υποστεί σεξουαλική παρενόχληση ως πιο πάνω, δικαιούται να εξουσιοδοτήσει ένωση προσώπων, οργάνωση εργαζομένων ή άλλη οργάνωση ή νομικό πρόσωπο (τα οποία προβλέπουν στο καταστατικό τους ως σκοπό, μεταξύ άλλων, την εξάλειψη των διακρίσεων λόγω φύλου και την προώθηση της ισότητας ανδρών και γυναικών) ώστε να ασκήσει εξ ονόματος του τα δικαιώματα του που αναφέρονται πιο πάνω.[14]


    Ι. Αποζημιώσεις

    Πολύ συνοπτικά αναφέρουμε ότι ο Νόμος δημιουργεί αστικής φύσεως αδικήματα και στην περίπτωση που στοιχειοθετούνται πράξεις που παραβιάζουν τον εν λόγω Νόμο οι αποζημιώσεις στο θύμα που επιδικάζονται είναι αστικής φύσεως.


    Βασικό κριτήριο είναι ότι η αποζημίωση πρέπει να είναι δίκαιη και εύλογη και να καλύπτει τη θετική ζημιά που υπέστηκε το θύμα. Δηλαδή επιδικάζονται στο θύμα αποζημιώσεις που καλύπτουν όλες τις ζημιές που υπέστηκε λόγω των παραβάσεων του Νόμου χωρίς να χρειάζεται να αποδειχτεί ότι οι εν λόγω ζημίες ήταν προβλεπτές.

    Οι αποζημιώσεις καλύπτουν:

    • τις υλικές ζημιές,
    • τη σωματική (περιλαμβάνει και την ψυχιατρική) βλάβη και ,
    • την ηθική βλάβη που υπέστηκε το θύμα. 

    Το Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών σε περιπτώσεις που υπάρχει υλική ζημιά και σωματική βλάβη/ασθένεια που προκλήθηκε από την πράξη διάκρισης επιδικάζει αποζημιώσεις που καλύπτουν την πραγματική ζημιά που έχει ήδη υποστεί το θύμα ή που ενδεχόμενα θα υποστεί στο μέλλον συνεπεία των απαγορευμένων πράξεων.

    [1] Βία κατά των γυναικών:πανευρωπαϊκή έρευνα, Οργανισμός Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2014. Διατίθεται διεύθυνση https://fra.europa.eu/sites/default/files/fra-2014-vaw-survey-at-a-glance-oct14_el.pdf

    [2] Στ. Γιαννακούρου, Η Ίση Μεταχείριση Ανδρών και Γυναικών κατά το Κοινοτικό και Ελληνικό Εργατικό Δίκαιο, 2008, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, σελίδα 158.

    [3] Αρ. Αίτησης: 404/2009, Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών Πάφος, Α. Φυλακτού v. Κυπριακή Δημοκρατία δια του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας από τη Λευκωσία & 2. Α. Νικολαΐδη από την Πάφο 3.Γ. Γεωργίου από τη Λευκωσία. Ημερομηνία: 22 Απριλίου, 2016

    [4]Άρθρο 2 του Νόμου

    [5] Αρ. Αίτησης: 404/2009, Δικαστήριο Εργατικών Διαφορών Πάφος, Ανθή Φυλακτού Vs Κυπριακή Δημοκρατία

    [6] M.Connolly,Discrimination Law, 2nd Edition , Sweet& Maxwell, page 144: ” There is no need to show that the conduct was related to the victim’s sex, only that it was sexual. Thus, it is no defence, that the sexual conduct treats male and female …. claimants equally badly.” όπως αναφέρθηκε και στην υπόθεση αρ. 404/2009 πιο πάνω.

    [7] Australian Human Rights Commission, Effectively Preventing and Responding to Sexual Harassment : A code of Practice for Employers (2008), pages29-30, ACAS A guide for employees, Bulling and Harassment at work, page 2, Employment Statutory Code 2010, chapters 7 and 9.

    [8] Άρθρο 17(1) του Νόμου

    [9] Άρθρο 15(4) του Νόμου

    [10] Άρθρο 17Α του Νόμου και βλέπε και Άρθρο 27

    [11] Άρθρο 27 (1) (β) του Νόμου

    [12]Άρθρο 17Α (2) του Νόμου

    [13] Σ. Αλκιβιάδου v. 1. Γενικού Εισαγγελέα της Κυπριακής Δημοκρατίας, 2. Χαράλαμπου Κουρουσίδη, Πολιτική Έφεση Αρ. 404/2008, (2011) 1 ΑΑΔ 2350

    [14] Άρθρο 18Α του Νόμου

    Photo – iStock by gettyimages

    Website | + posts

    Αφήστε μια απάντηση

    Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται.

    Back To Top

    Γνώρισε τα δικαιώματα σου ως προς την ίση μεταχείριση ανεξαρτήτως φύλου και για μια ζωή ελεύθερη από κάθε είδους βία

    Social